Από την Κάσο έως τη Μύκονο και από τη Σίφνο έως το Καστελόριζο, με πυξίδα τους στίχους του Γιώργου Σεφέρη

Το επαναλαμβανόμενο θαύμα της παντοτινής θάλασσας, κάθε καλοκαίρι. Ισως γι' αυτό έρχεται και ξανάρχεται το καλοκαίρι, ίσως γι' αυτό δεν μπο

Από την Κάσο έως τη Μύκονο και από τη Σίφνο έως το Καστελόριζο, με πυξίδα τους στίχους του Γιώργου Σεφέρη
Από την Κάσο έως τη Μύκονο και από τη Σίφνο έως το Καστελόριζο, με πυξίδα τους στίχους του Γιώργου Σεφέρη

Το επαναλαμβανόμενο θαύμα της παντοτινής θάλασσας, κάθε καλοκαίρι. Ισως γι' αυτό έρχεται και ξανάρχεται το καλοκαίρι, ίσως γι' αυτό δεν μπορώ να μην κάνω σχέδια και όνειρα για το καλοκαίρι...

Να αναζητούμε εναγωνίως με τα πόδια την κρυφή αγκαλιά της μικρής Σχοινούσας των Μικρών Κυκλάδων, στο πλευρό της Νάξου, που τα γαλαζοπράσινα νερά πάνε να κάνουν κυκλαδικά ειδώλια τα βότσαλα, ίδια και απαράλλαχτα με αυτά που έχουν εναποτεθεί τελετουργικά πριν από αιώνες απέναντι, στην αινιγματική Κέρο.

Να σπουδάζουμε των βράχων τα αγάλματα στην Αλιμούντα της Σαρίας, στο βόρειο άκρο της Καρπάθου, με τις σκέψεις να μην έχουν φύγει ακόμη από τον νου μας. Είναι όντως αυτός ο βορειοαφρικανικής έμπνευσης εγκαταλελειμμένος τώρα οικισμός ο μοναδικός πειρατικός, καθώς λένε; Κι αυτά τα μπιφτέκια που έψησε ο καπετάν Νίκος στα θαλασσόξυλα που ξέβρασε η θάλασσα, είναι τα νοστιμότερα που έχουμε δοκιμάσει ποτέ;

Να ζούμε κάτω από τον παντοδύναμο ήλιο του Νότου μια πραγματικά εξωτική, υπερκόσμια, παραλία, τριγυρισμένη από πυρωμένα μάρμαρα, στα Αρμάθια της Κάσου, και να επιδιώκουμε την υπέρβαση μετρώντας τα χρώματα που μπορεί να έχει η παλέτα της Μεσογείου ζωγραφίζοντας πάνω στη χρυσή άμμο. Εδώ είναι Καρπάθιο πέλαγος.

Να δοκιμάζουμε στου Δρυμώνα τ' ακρογιάλι στη Λέρο τη γεύση του θέρους στο αλμυρό στόμα, διαλέγοντας μεγάλες μπουκιές θάλασσας από φούσκες, πίνες και μεγάλα στρείδια. Ξέρω, είναι σχεδόν αδύνατο να ξαναβρώ εκείνη την πιο αυθεντική γεύση του καλοκαιριού που δοκίμασα πάνω στην κουβέρτα του τρεχαντηριού του Σταυρή, που τώρα έχει αράξει απέναντι στην Κάλυμνο. Ελα να φας, με προσκάλεσαν. Κι έκατσα πάνω στο αμπάρι, έχοντας μπροστά μου ένα πιρούνι, μισή φραντζόλα ψωμί και ένα ταψί κακαβιά. Ετσι έτρωγαν οι ψαράδες που ζούσαν στο καΐκι τους.

«Κράτησα τη ζωή μου ψιθυριστά μέσα στην απέραντη

σιωπή

δεν ξέρω πια να μιλήσω μήτε να συλλογιστώ· ψίθυροι

σαν την ανάσα κυπαρισσιού
τη νύχτα εκείνη

σαν την ανθρώπινη φωνή της νυχτερινής θάλασσας
στα χαλίκια

σαν ανάμνηση της φωνής σου λέγοντας "ευτυχία"».

Μα, δεν είναι η Παραπορτιανή η πιο μεγάλη σταρ της Μυκόνου; Πόσα μικρά μικρά επίπεδα, κλίμακες και καμπύλες χτίζουν την προσωπικότητα και την ομορφιά της; Μια λοξή γραμμή, ένα επικλινές επίπεδο, ένα τόξο στην κορυφή. Ολα αυτά θα ήσαν ένας μεγάλος σωρός από ασβέστη αν δεν τα κοίταζε από ψηλά το μάτι του Θεού, αν δεν χάιδευε την Παραπορτιανή το φως του Αιγαίου. Ακτινοβολεί, ακόμη και όταν δεν φωτίζεται. Να, όπως τώρα που ο ήλιος κατευθύνει τις ακτίνες του ανάμεσα στα σύννεφα του μελτεμιού, πάνω σε ένα υπερσύγχρονο ιστιοφόρο. Και μετά πάει προς τη Δήλο για να βασιλέψει...

Καλοκαίρι σημαίνει να διασχίσεις τη γοητεία της Χώρας της Ιου, να περάσεις κάτω από δυο-τρία στεγάδια και να βγεις στην κορυφή της, στο θεωρείο της Παναγίας Γκρεμιώτισσας, πίσω από την «αναμαλλιασμένη» από το μελτέμι φοινικιά, να δεις τον ήλιο να δύει ανάμεσα στα νησιά και στα καράβια που περιπλέουν το ακρωτήριο του Γιαλού με τον παλιό φάρο. Η δύση στο Αιγαίο δεν σκορπά καθόλου μελαγχολία, αλλά γλυκύτητα και ησυχία, προτού αρχίσει ένας ηχηρός, νέος, κύκλος ζωής, υπό τον ήλιο του μεσονυκτίου.

Ο δάσκαλος Παναγιώτης Τέτσης μάς έλεγε ότι ένα καλοκαίρι ζωγράφιζε από τον εξώστη του μικρού σπιτιού του στα Εξάμπελα της Σίφνου το φεγγάρι να ανατέλλει από το πέλαγος. Το κατακόκκινο φεγγάρι στον σκοτεινό αιθέρα. Πολλοί, όταν έβλεπαν τα έργα, νόμιζαν ότι ήταν δύση του εκτυφλωτικού ήλιου που μαυρίζει τον κόσμο. Οι ισορροπίες των πραγμάτων είναι πολύ λεπτές.

«Μέσα στις θαλασσινές σπηλιές

υπάρχει μια δίψα υπάρχει μια αγάπη

υπάρχει μια έκσταση,

όλα σκληρά σαν τα κοχύλια

μπορείς να τα κρατήσεις

μες στην παλάμη σου».

Πίσω από το μαγευτικό σκηνικό του Καστελόριζου, ακόμη και με πολύ μικρό σκάφος, πρέπει να υποκλιθείς για να μπορέσεις να μπεις στη μεγάλη σάλα των γαλάζιων θαυμάτων. Το λιγοστό φως που μπαίνει από το κρυφό έμπα της θαλασσινής σπηλιάς αντανακλά με χίλιες γαλάζιες αποχρώσεις ψηλά στην οροφή, όπου οι σταλακτίτες εργάζονται υπομονετικά χιλιετίες για να διακοσμήσουν έναν περίλαμπρο ναό του καλοκαιριού, ένα όνειρο θερινής ημέρας.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Μαϊου 2017.