«Δεν Με Σβήνει Κανένας» Το νέο βιβλίο-μελέτη του Κώστα Μπαλαχούτη, για το έργο του Στέλιου Καζαντζίδη
«Δεν Με Σβήνει Κανένας» Το νέο βιβλίο-μελέτη του Κώστα Μπαλαχούτη, για το έργο του Στέλιου Καζαντζίδη

«Δεν Με Σβήνει Κανένας» Το νέο βιβλίο-μελέτη του Κώστα Μπαλαχούτη, για το έργο του Στέλιου Καζαντζίδη
«Μου έλεγε ο Καζαντζίδης: Καλά ρε πιτσιρίκο, και σλόου ροκ θα τραγουδήσω τώρα;»
Ο Κώστας Μπαλαχούτης κυκλοφορεί ένα νέο βιβλίο-μελέτη για το έργο του Στέλιου Καζαντζίδη. Η «Κ» προδημοσιεύει ένα απόσπασμα στο οποίο ο Χρήστος Νικολόπουλος αφηγείται την ιστορία του δίσκου «Υπάρχω»
Αρκεί κανείς να δει την ένθερμη υποδοχή που είχε το «Υπάρχω», η περσινή ταινία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου για τη ζωή και το έργο του Στέλιου Καζαντζίδη για να καταλάβει πως ο λαϊκός τραγουδιστής δεν έφυγε ποτέ από τις καρδιές των Ελλήνων ακροατών, αντιθέτως, απέκτησε και νέους θιασώτες στην πορεία.
Η ανεξίτηλη γοητεία του Στέλιου Καζαντζίδη ήταν και αυτή που ώθησε τον μελετητή του ελληνικού τραγουδιού, Κώστα Μπαλαχούτη, να γράψει ένα ακόμα βιβλίο, μετά το «Η Φωνή, ο Ανθρωπος, ο Θρύλος» για τον μεγάλο λαϊκό ερμηνευτή. «Ενα βιβλίο για τον Στέλιο Καζαντζίδη, είναι στην ουσία μια έκδοση για το ελληνικό τραγούδι», λέει και ο ίδιος, έχοντας προ των πυλών το «Στέλιος Καζαντζίδης: Δεν Με Σβήνει Κανένας» (εκδόσεις Ινφογνώμων). Μια μεγάλη μελέτη, με συνεντεύξεις με κομβικά πρόσωπα στην πορεία του Καζαντζίδη, αλλά και του ελληνικού τραγουδιού εν γένει -και μια εισαγωγή της Χάρις Αλεξίου.
«Ο μύθος του Καζαντζίδη, 24 χρόνια μετά τη βιολογική του απουσία, εξακολουθεί στις μέρες μας να παραμένει ακλόνητος. Στο youtube και στο spotify τα νούμερά του ξεπερνούν κορυφαίους μάχιμους, εν ενεργεία δηλαδή, καλλιτέχνες και φυσικά κατά πολύ άξιους συνοδοιπόρους της γενιάς του», σχολιάζει ο Μπαλαχούτης.
Και συνεχίζει αναφορικά με το νέο του βιβλίο: «Προσπάθησα να φωτίσω το φαινόμενο Καζαντζίδης και να αποσαφηνίσω τα συστατικά του μύθου του, μια και γύρω από την περίπτωσή του έχει αναπτυχθεί κάμποση παραφιλολογία καθώς και ανυπόστατες τοποθετήσεις που βασίζονται σε λάθος δεδομένα και άλλα παρεμφερή. Η γνωριμία μου μαζί του και το γεγονός πως με τίμησε παραχωρώντας μου συνεντεύξεις και προλογίζοντας ιδιοχείρως ένα από τα πρώτα μου έργα (Απονες Εξουσίες – Το λαϊκό τραγούδι στη δεκαετία του ΄70) με ώθησε μετά από πολλά χρόνια να καταπιαστώ ξανά με την πορεία του στην τέχνη και τη ζήση σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στην κοινωνία, στην πολιτική σκηνή και το τραγούδι μας».
«Δεκαετίες τώρα συγκεντρώνω τα κομμάτια που θα ολοκληρώσουν το δύσκολο παζλ του βάρδου. Έχω μιλήσει με το «σύμπαν» του τραγουδιού κι έχω συλλέξει σχεδόν όσα έχουν ειπωθεί για εκείνον» λέει ο συγγραφέας. Η δική του αγωνία είναι «ο αναγνώστης, όταν διαβάσει το έργο, να έχει καταλάβει επιτέλους ποιος πραγματικά είναι ο Καζαντζίδης και όλα τα “γιατί” που αφορούν την ειδική περίπτωσή του και μαζί πώς ταξίδεψε το λαϊκό μας τραγούδι και οι άνθρωποί του στο διάβα των καιρών, απ’ τη μετεμφυλιακή περίοδο έως και τις μέρες μας».
Ο Στέλιος Καζαντζίδης με τον δημοσιογράφο και φίλο του Τάσο Κουτσοθανάση. [Φωτογραφία από το βιβλίο «Στέλιος Καζαντζίδης: Δεν Με Σβήνει Κανένας»]
Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Κώστα Μπαλαχούτη «Στέλιος Καζαντζίδης: Δεν Με Σβήνει Κανένας», στο οποίο, ο Χρήστος Νικολόπουλος εξιστορεί τη δημιουργία του δίσκου «Υπάρχω»:
«Το φθινόπωρο του ’75 βγήκε και ο δίσκος του Γιώργου “50 Χρόνια Ρεμπέτικο Τραγούδι”, όπου συμμετέχω μαζί με άλλους μπουζουξήδες. Μιλάμε για ένα ιστορικό άλμπουμ, από τα πιο δημοφιλή της ελληνικής δισκογραφίας, που παρακίνησε πολύ κόσμο να στρέψει το ενδιαφέρον του στο είδος αυτό του τραγουδιού, με αποτέλεσμα να έχουμε μια ρεμπετομανία.
Ο Καζαντζίδης μού είχε υποσχεθεί πως θα ερχόταν να μας δει στο “Θεμέλιο” στην Πλάκα, αλλά δεν μας έκανε την τιμή. Ερχόταν όμως η μητέρα του. Ο Στέλιος έβλεπε με συμπάθεια τον Γιώργο και τη Χαρούλα.
Κάποια στιγμή λοιπόν, μου λέει: “Έχεις τίποτα τραγούδια ν’ ακούσω, μπας και κάνουμε έναν δίσκο;”. Ως γνωστόν, είχε υπογράψει ένα συμβόλαιο, όπου δεσμευόταν να ερμηνεύσει έναν μεγάλο αριθμό τραγουδιών και ήθελε κάπως να καλύψει το χαμένος έδαφος. Έτσι κι αλλιώς οι διαφωνίες του με τον Μάτσα ήταν μια μόνιμη κατάσταση, την οποία όλοι όσοι ήμασταν κοντά του, προσπαθούσαμε να λύσουμε… ενώ κάλλιστα θα μπορούσε να ρυθμίσει ο ίδιος τα πράγματα. Άλλωστε, ο Μάτσας μου έλεγε χαρακτηριστικά: “Μην παιδεύεσαι, Χρήστο. Ο άνθρωπος είναι μαζοχιστής”, αλλά εγώ από μέσα μου σκεφτόμουν: “Τι μου λέει, τώρα; Δεν μπορεί, θα υπάρχει λύση”.
Το “Υπάρχω” γεννήθηκε βιαστικά, αλλά εμείς με τον Πυθαγόρα τότε βρισκόμασταν σε έναν δημιουργικό οργασμό. Είχαν ήδη κυκλοφορήσει μερικά τραγούδια του σε 45άρια μέσ’ στο 1974, προστέθηκαν τα καινούρια, θυμήθηκε ο Καζαντζίδης το “Ποια είσαι εσύ”, που το είχε πει νωρίτερα ο Τσετίνης, βάλαμε κι ένα παλιό που του άρεσε και δημιουργήσαμε αυτόν τον δίσκο.
Ένα άλμπουμ που ακόμα και σήμερα τα τραγούδια του φαντάζουν φρέσκα και σύγχρονα και παίζονται παντού. Σε κέντρα, συναυλίες, στα σπίτια. Ποιος δεν τραγούδησε το “Υπάρχω”, τους “Αισθηματίες”, το “Κάτω απ’ το πουκάμισό μου”, το “Μετάνιωσες”, το “Ποια είσαι εσύ”, το “Άργησα να σε γνωρίσω”… Μάλιστα το τελευταίο βασίζεται στη μελωδία ενός παλιότερου τραγουδιού που είχε ερμηνεύσει με άλλο στίχο ο φίλος μου ο Γρηγοριάδης στην Polyphone. Με το που κυκλοφόρησε ο δίσκος, γύρω στα τέλη του 1975, όλα τα τραγούδια του μπήκαν σε όλα τα προγράμματα. Δώδεκα τραγούδια, δώδεκα επιτυχίες. Παρά τις γρήγορες διαδικασίες, φρόντισα απ’ τη μεριά μου να δώσω στη δουλειά ό,τι καλύτερο είχα αποκομίσει όλα αυτά τα χρόνια στη μέχρι τότε πορεία μου. Η ενορχηστρωτική γραμμή του δίσκου όχι μόνο ήταν μπροστά από την εποχή της, αλλά ακόμη και σήμερα παραμένει διαχρονική. Κουαρτέτα εγχόρδων, όπως είχα παρατηρήσει με τον Νταλάρα αλλά και τον Ζαμπέτα, ακορντεόν, σαντούρια και βέβαια πενιές, ψαγμένες και δουλεμένες μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια…
Ο Στέλιος εκείνο τον καιρό είναι σχεδόν καθημερινά στο σπίτι μου. Έρχεται μόνος του τις περισσότερες φορές, αλλά και κάποιες στιγμές με “παράξενους” φίλους… ας μου επιτραπεί η έκφραση, “τρίτης κατηγορίας”. Είναι μέλος της οικογένειας. Συχνά μένει και κοιμάται… Υπήρχαν μέρες που ξεκίναγα το πρωί για το στούντιο κι όταν γυρνούσα το απόγευμα, ήταν ακόμη εκεί… Έτρωγε, έπινε, η γυναίκα μου, που μεγάλωνε δυο μωρά, τον πρόσεχε σαν έναν δικό μας άνθρωπο. Είναι ο συνεργάτης μου, ο φίλος, ο κουμπάρος μου… Έχει βαφτίσει τον γιο μου, στην Παναγία της Νέας Φιλαδέλφειας. Εκεί που μέναμε τότε.
Όταν βγήκε ο δίσκος, διαπίστωσα με έκπληξη πως το όνομά μου δεν αναγραφόταν στο εξώφυλλο, έστω μαζί με τον Καζαντζίδη ως συνθέτες. Δηλαδή δεν υπάρχει συνθέτης… Ξέχασαν να με γράψουν. Για να διορθώσουν το λάθος, στην εταιρεία, βάλαν ένα αυτοκόλλητο… Ακόμη έχω ένα τέτοιο στο αρχείο μου.
Στις επόμενες εκδόσεις που ακολούθησαν, το όνομά μου μπήκε κανονικά. Υπήρχε βέβαια η φωτογραφία μου στο οπισθόφυλλο, ενώ ο Στέλιος ανάφερε το όνομά μου στην εισαγωγή που κάνει πριν ξεκινήσει το τραγούδι “Υπάρχω”. Ήταν μια επιθυμία του, και ο Πυθαγόρας -ο Μπούλης, όπως τον αποκαλούσε ο Στέλιος- του έγραψε για μια ακόμη φορά τα καλύτερα… Αλλά ποιος νοιαζόταν για όλα αυτά. Και ο Γιώργος, και εγώ αλλά και ο Πυθαγόρας, ήμασταν δίπλα στον ερμηνευτή που λατρεύαμε, και παίζαμε και τραγουδούσαμε τα λαϊκά τραγούδια που λαχταράγαμε. Κι ο Καζαντζίδης στην καλύτερη ερμηνευτική στιγμή της καριέρας του μας ράγισε τις καρδιές με τις ερμηνείες του. Εκείνο τον καιρό ο Στέλιος ήταν συγκλονιστικός. Είναι κρίμα που δεν κρατήσαμε τις πρώτες εγγραφές που έκανε όταν ζέσταινε τη φωνή του, όπου απαλλαγμένος από το άγχος της ηχογράφησης, προσέδιδε κάθε φορά στο τραγούδι και μια διαφορετική υπόσταση. Υπογράμμιζε τη μελωδία και τον στίχο με έναν καταπληκτικό τρόπο. Κι είχαμε και τον λόγο του Πυθαγόρα, περιεκτικό σε νοήματα, συγκινησιακό, περίτεχνα δομημένο.
Πριν την κυκλοφορία του δίσκου προηγήθηκε μια εκπομπή στην κρατική τηλεόραση, όπου μαζί με τον Καζαντζίδη παρουσιάσαμε τα τραγούδια. Δεν είχαμε πρόβλημα να τα παίξουμε ζωντανά, αλλά για λόγους τεχνικούς η εκπομπή βγήκε πλέι μπακ. Παρ’ όλα αυτά άδειασαν οι δρόμοι, όπως λένε. Σχεδόν μια ολόκληρη Ελλάδα ήταν καρφωμένη στις οθόνες… Όποιος δεν διέθετε συσκευή, είχε κανονίσει να πάει σε φίλους και γνωστούς για να την παρακολουθήσει…
Σκέπτομαι τα “γυρίσματα” της μοίρας μερικές φορές. Το “Υπάρχω” σαν μελωδία δεν άρεσε στον παραγωγό της Polygram, τον Σπύρο Ράλλη νομίζω, που του το έστειλα για τον Μητροπάνο. Δεν μου απάντησαν καν. Και ο Καζαντζίδης όταν το πρωτάκουσε, δείλιασε. “Καλά, ρε πιτσιρίκο, και σλόου-ροκ θα τραγουδήσω τώρα;” μου είχε πει. Κι εγώ με όλη τη φιλία και αγάπη που του είχα, προσπαθούσα να τον πείσω πως οι εποχές αλλάζουν, μαζί τους και τα τραγούδια. “Καλά, δώσ’ το στον Μπούλη να γράψει στίχο και το πολύ-πολύ να το τραγουδήσει η Χαρούλα… να έχουμε και μια γυναίκα στον δίσκο”, μου πρότεινε. Ο Πυθαγόρας, όμως, που ήταν μεγάλος τεχνίτης, αλλά και άνθρωπος που ζούσε καθημερινά τη δισκογραφία, τα ρεύματα και τις τάσεις των καιρών του, κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο και “κάρφωσε” τα λόγια που έπρεπε. Σε χρόνο-ρεκόρ, μέσα σε δυο-τρεις μέρες, έγραψε λόγια πάνω σε 7-8 μελωδίες.
Η καλύτερη ανταμοιβή μου, όταν βγήκε ο δίσκος, ήταν τα λόγια του Στέλιου: “Μπράβο, πιτσιρίκο, είχες δίκιο!”.
Για να κυκλοφορήσει ο δίσκος μέχρι τις γιορτές του 1975, κινητοποιήθηκε όλος ο μηχανισμός της Minos. Δουλεύανε όλοι πυρετωδώς. Μια ακόμη απόδειξη πως ο Μάκης Μάτσας όχι μόνο ήθελε, αλλά καιγόταν κυριολεκτικά να ηχογραφήσει δίσκους με τον Καζαντζίδη, γιατί απλώς σαν επιχειρηματίας ενδιαφερόταν να πουλήσει… και γνώριζε πως ο Καζαντζίδης αφορά τον πολύ κόσμο».
Το εξώφυλλο του νέου βιβλίου του Κώστα Μπαλαχούτη, «Στέλιος Καζαντζίδης: Δεν Με Σβήνει Κανένας», με πρόλογο της Χάρις Αλεξίου, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ινφογνώμων.
Ελένη Τζαννάτου - kathimerini.gr