Εκτός ΑΕΙ θα μείνουν οι μισοί υποψήφιοι των Πανελληνίων!! Έρχονται σαρωτικές αλλαγές!!
Αναμένεται να παραχωρηθεί ο ορισμός του αριθμού των εισακτέων στα ιδρύματα τα οποία ζητούν «μαχαίρι» 50%...... Αντιμέτωποι με σαρωτικές
Αναμένεται να παραχωρηθεί ο ορισμός του αριθμού των εισακτέων στα ιδρύματα τα οποία ζητούν «μαχαίρι» 50%......
Τα πανεπιστήμια, από την πλευρά τους, θεωρούν ότι είναι ζήτημα αυτοτέλειας και αυτοδιοίκησης να ορίζουν τον αριθμό των εισακτέων τους και την ελάχιστη βάση βαθμού εισαγωγής. Είναι, όμως, αυτό εφικτό από τη στιγμή που το εξεταστικό σύστημα της χώρας μας προβλέπει την εισαγωγή στα ΑΕΙ μέσω Πανελλαδικών Εξετάσεων; Την απάντηση αυτή θα κληθεί να δώσει το Υπουργείο Παιδείας και ταυτόχρονα να πείσει την κοινωνία για την ορθότητα μιας τέτοιας απόφασης, η οποία μπορεί να οδηγεί 40.000-50.000 νέους κάθε χρόνο εκτός Ανώτατης Εκπαίδευσης και μάλιστα σε μια εποχή που οι γονείς με δυσκολία στηρίζουν οικονομικά τα παιδιά τους στις «δωρεάν» σπουδές τους στα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας. Τα πανεπιστήμια σχεδόν στο σύνολό τους θέλουν να έχουν συμμετοχή στον καθορισμό του αριθμού των εισακτέων. Όπως τονίζει στο «Έθνος της Κυριακής» ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Νίκος Παπαϊωάννου,Τι λένε τα ΑΕΙ
«Αυτό προέρχεται από την ανάγκη που μας διέπει να παρέχουμε υψηλό επίπεδο σπουδών και ανταγωνιστικά πτυχία στους φοιτητές μας. Όταν το Υπουργείο μάς στέλνει κάθε χρόνο τον διπλάσιο αριθμό φοιτητών από αυτόν που ζητάμε, πώς θα παρέχουμε σωστή εκπαίδευση στους φοιτητές μας;».
Και συμπληρώνει:«Εάν εμείς καθορίσουμε τον αριθμό των εισακτέων και τις βάσεις εισαγωγής, τότε θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε και ένα υψηλό επίπεδο σπουδών».
Όσον αφορά στις αντιδράσεις που θα υπάρχουν από την κοινωνία, ο πρύτανης λέει χαρακτηριστικά:«Εάν δεν σπάσεις αβγά, ομελέτα δεν γίνεται. Πιστεύω ότι μπορούμε -χωρίς να θίγονται τα κεκτημένα- να φτιάξουμε νέους όρους για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και θεωρώ ότι η πρόταση του υπουργείου κινείται στη σωστή κατεύθυνση».
Ανάλογη είναι και η θέση της πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Πάτρας, Β. Κυριαζοπούλου, η οποία όμως υπογραμμίζει ότι:«Εφόσον μειωθούν οι εισακτέοι, θα ανέβουν οι βάσεις. Νομίζω ότι θα πάμε σε μια μέση λύση, καθώς θα υπάρχουν σχολές που θα μπορούν να πάρουν παραπάνω φοιτητές και άλλες -όπως οι θετικές σχολές- λιγότερους. Σε κάθε περίπτωση, αυτά τα ζητήματα θέλουν μια σοβαρή συζήτηση πριν ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις».
Από την άλλη πλευρά, οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία, που ζουν από κοντά τον αγώνα των μαθητών, θεωρούν ότι οι ανώτατες σπουδές δεν είναι «δικαίωμα για λίγους». Επισημαίνουν ότι χρέος της πολιτείας είναι να στηρίξει τα πανεπιστήμια και όχι να στείλει τη νέα γενιά στις ιδιωτικές σπουδές ή στο εξωτερικό με τη μέθοδο του «κόφτη» στον δρόμο προς τα πανεπιστήμια.Αντιδρούν οι καθηγητές σχολείων
Ο ορισμός του αριθμού των εισακτέων από τα ΑΕΙ μπορεί να μην έχει δοκιμασθεί, αλλά η βάση του 10 είχε εφαρμοστεί την περίοδο 2006-2009. Τότε έμειναν εκτός ΑΕΙ πάνω από 60.000 παιδιά. Το μέτρο απέτυχε, όπως παραδέχθηκαν οι κυβερνήσεις της εποχής, και καταργήθηκε από την υπουργό Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου, η οποία είχε δηλώσει χαρακτηριστικά στο Υπουργικό Συμβούλιο:Όταν κόπηκε η «βάση του 10»
«Τέσσερα χρόνια μετά την υιοθέτησή της, δεν υπάρχουν ενδείξεις ή μελέτες που να αποδεικνύουν ότι η βάση του 10 πέτυχε την οποιαδήποτε άνοδο της ποιότητας σπουδών ή του επιπέδου των επιτυχόντων, είτε στο λύκειο είτε στα τριτοβάθμια ιδρύματα. Δεκάδες χιλιάδες νέοι προσφεύγουν στην ιδιωτική εκπαίδευση και σε κάθε είδους πανεπιστημιακά και τεχνολογικά ιδρύματα χωρών του εξωτερικού. Άλλωστε, αντιβαίνει στην παιδαγωγική λογική των Πανελλαδικών Εξετάσεων, όπως αυτές γίνονται σήμερα, με όλους τους μαθητές να εξετάζονται στα ίδια μαθήματα, ανεξάρτητα από την προσωπική τους επιλογή σπουδών».
Μάλιστα, όπως ανέδειξε και η έρευνα του ΙΟΒΕ τον Ιούλιο του 2017: «Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το γεγονός ότι η εισαγωγή της βάσης του 10 το 2006, καθώς και η απόσυρση του μέτρου το 2010 είχαν σημαντική επίδραση στη σύνθεση του φοιτητικού πληθυσμού της χώρας ως προς το κοινωνικό-μορφωτικό επίπεδο των οικογενειών τους. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά των φοιτητών που προέρχονται από οικογένειες με υψηλό και πολύ υψηλό κοινωνικό-μορφωτικό επίπεδο παρουσιάζονται αυξημένα την περίοδο 2006- 2009, σε σύγκριση με τα προγενέστερα έτη και με το 2010, ενώ, αντίθετα, μειωμένα είναι τα ποσοστά με μεσαίο και χαμηλό επίπεδο τη συγκεκριμένη περίοδο».