11 Οκτωβρίου 1822: Διακόσια δύο χρόνια από την Τουρκική απόβαση στη Μύκονο - Οι γενναίοι Μυκονιάτες με επικεφαλής την ηρωίδα Μαντώ Μαυρογένους

11 Οκτωβρίου 1822 / Διακόσια δύο χρόνια από την Τουρκική απόβαση στη Μύκονο - Οι γενναίοι Μυκονιάτες με επικεφαλής την ηρωίδα Μαντώ Μαυρογένους

11 Οκτωβρίου 1822: Διακόσια δύο χρόνια από την Τουρκική απόβαση στη Μύκονο - Οι γενναίοι Μυκονιάτες με επικεφαλής την ηρωίδα Μαντώ Μαυρογένους

11 Οκτωβρίου 1822 / Διακόσια δύο χρόνια από την Τουρκική απόβαση στη Μύκονο - Οι γενναίοι Μυκονιάτες με επικεφαλής την ηρωίδα Μαντώ Μαυρογένους

«Διαπνεομένη από τα ιδανικά της ελευθερίας, δεν ηθέλησε να εξακολουθή να μένη και να απολαμβάνη των αγαθών του πλούτου [… ] εγκατεστάθη εις την Μύκονον, την κοιτίδα της οικογενείας της, δια να ευρίσκεται εις τον αέρα της αγωνιζομένης πατρίδος», έγραφε ο ιστορικός Διονύσιος Κόκκινος για την Μαντώ Μαυρογένους, αποδίδοντας με λίγες λέξεις το χαρακτήρα της ηρωίδας.

Μέσα απο την ηθική έξαρση, τον ηρωισμό, την αυταπάρνηση για την πατρίδα και το μεγαλείο της επανάστασης ΄21, αναδύεται η δαφνοστεφανωμένη μορφή της ακατάβλητης ηρωίδας Μαντούς (Μαγδαληνής) Μαυρογένους.

Υπήρξε πρότυπο αυτοθυσίας, ανιδιοτέλειας, αγάπης για την πατρίδα και ενέπνευσε με το αδαμάντινο και ιδεοφόρο παράδειγμά της, στην παλιγγενεσία του έθνους, όχι μόνο τις ελληνίδες, αλλά και τις φιλέλληνες διανοούμενες της Ευρώπης.

Η Μαντώ θυσίασε στον αγώνα για τον  εξοπλισμό του στόλου μας, αλλά και την δημιουργία τμήματος πεζικού, την πελώρια περιουσία της απο χρυσά νομίσματα και ακίνητα της εποχής, μα πάνω απο όλα τα δροσερά της νιάτα, αφού πάνω στις πολιτικές ίντριγκες των μικροπολιτικών της επανάστασης, προσέκρουσε και εθραύσθη η λεπταίσθητη υγεία της.

Για να λάβει τελικά άδικη αμοιβή απο την πατρίδα και να πεθάνει πάμπτωχη και λησμονημένη, αυτή η μεγάλη Ελληνίδα αρχοντοπούλα, που το εμπνευστικό παράδειγμά της συνήγειρε ηθικά όλο τον πολιτισμένο κόσμο της εποχής και η έξοχη με την αχλή της δόξας μορφή της, είχε περιβληθεί στις 24 πιο προβεβλημένες φυσιογνωμίες των επισημοτέρων αρχηγών της επανάστασης.

Πως έχει όμως ο σύντομος, αλλά τόσο μεστός εθνικής ευπραξίας βίος της λαμπρής Ελληνίδας;

Η Μαντώ Μαυρογένους γεννήθηκε το 1796 (ή 1797) στην Τεργέστη, τόσο η πατέρας της όμως, Νικόλαος Μαυρογένης, γόνος φαναριώτικης οικογένειας, όσο και η μητέρα της, Ζαχαράτη Χατζή Μπατή, με καταγωγή από τη Σπάρτη, είχαν γεννηθεί στην Μύκονο. Ζούσαν στην Τεργέστη, ωστόσο, γιατί ο πατέρας της ήταν υπασπιστής του ηγεμόνα της Μολδαβίας, επιπλέον ασχολούνταν με το εμπόριο και έτσι η οικογένεια ήταν ιδιαιτέρως πλούσια.

Την 11η Οκτωβρίου, ημέρα Τρίτη, μοίρα του τουρκικού στόλου εμφανίστηκε μεταξύ Νάξου και Μυκόνου και ορισμένα σκάφη της πλησίασαν περισσότερο τις ακτές της Μυκόνου.

Το 1822, δεύτερο έτος της Εθνικής Επανάστασης, ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος κυριαρχούσε στο Αιγαίο, παρά τις μεμονωμένες επιτυχίες των Ελλήνων μπουρλοτιέρηδων.

Ο ελληνικός στόλος, αντί να κυνηγήσει τους Τούρκους στο Αιγαίο και να στήσει ενέδρες με τα πυρπολικά του, επανήλθε στις βάσεις του, επειδή δεν υπήρχαν χρήματα για μισθοδοσία και ζωοτροφές, όπως μαρτυρούν οι επιστολές του Μιαούλη και των Υδραίων προκρίτων προς την Προσωρινή Διοίκηση (Κυβέρνηση) της Ελλάδος.

Ο τουρκικός στόλος, από την πλευρά του, μετά τις αποτυχίες σε Σπέτσες και Ναύπλιο, έπλευσε προς την Κρήτη και αγκυροβόλησε στη Σούδα. Από εκεί αναχώρησε την 8η Οκτωβρίου 1822 με προορισμό την Κωνσταντινούπολη, όπου θα ξεχειμώνιαζε.

Την 11η Οκτωβρίου, ημέρα Τρίτη, μοίρα του τουρκικού στόλου εμφανίστηκε μεταξύ Νάξου και Μυκόνου και ορισμένα σκάφη της πλησίασαν περισσότερο τις ακτές της Μυκόνου.

Οι κάτοικοι του νησιού ανησύχησαν. Η ανησυχία τους μεγάλωσε όταν διά τηλεσκοπίου ένας καπετάνιος είδε την αλγερινή σημαία επ' αυτών.

Οι Μυκονιάτες, όπως και οι άλλοι Κυκλαδίτες, είχαν σκληρή πείρα από τις επιδρομές των Αλγερινών πειρατών και δραματικές αναμνήσεις από το παρελθόν.

Οι Μυκονιάτες δεν ήσαν άκαπνοι. Κάθε άλλο. Είχαν πολεμήσει τους Τούρκους, τόσο στη θάλασσα, όσο και στη στεριά. Έτσι, δε θα άφηναν την πατρίδα τους να πατηθεί από τους απίστους άνευ αντιστάσεως.

Αμέσως, σήμανε συναγερμός διά κωδωνοκρουσιών και όλοι οι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι του νησιού.

Μετ' ολίγον, τα εχθρικά πλοία άρχισαν να ρίχνουν λέμβους στη θάλασσα και 100 Αλγερινοί αποβιβάστηκαν στη Μύκονο.

Είχαν έλθει για διαρπαγή ζωοτροφών ή προς τιμωρία των Μυκονιατών, κατ' εντολή των Τούρκων.

Οι αμυνόμενοι, που γρήγορα πέρασαν στην αντεπίθεση, ήταν οπλισμένοι με τρομπόνια (βραχύκαννα πλατύστομα όπλα) και χατζάρια.

Επικεφαλής τους ήταν η κοσμοπολίτισσα Μαντώ Μαυρογένους, με καταγωγή από ευγενή οικογένεια του νησιού, αν και από πολλούς ιστορικούς αμφισβητείται η παρουσία της στη μάχη.

Οι γενναίοι Μυκονιάτες όρμησαν αμέσως κατά των Αλγερινών και τους απώθησαν σχετικά εύκολα προς τις λέμβους τους.

Δεκαεπτά άφησαν την τελευταία τους πνοή στο χώμα του νησιού και πολλοί τραυματίστηκαν.

Τα τουρκικά πλοία άρχισαν να κανονιοβολούν το λιμάνι χωρίς επιτυχία.

Ο Καπουδάν Πασάς έκρινε ότι δεν άξιζε τον κόπο να χάσει καιρό για να επιχειρήσει νέα απόβαση στο νησί και να τιμωρήσει τους Μυκονιάτες.

Αφού κράτησε τα πλοία του μέχρι τις 14 Οκτωβρίου στην περιοχή μεταξύ Νάξου και Μυκόνου, έδωσε το σήμα απόπλου του στόλου προς Βορρά.

Μαντώ Μαυρογένους: Μια ξεχωριστή μορφή της Επανάστασης

Η Μαγδαληνή «Μαντώ» Μαυρογένους γεννιέται το 1796 (ή το 1797) στην Τεργέστη, όπου και είχε καταφύγει κρυφά η ελληνικής καταγωγής οικογένεια της Ρουμανίας.

Η Μαντώ Μαυρογένους, που ξεσήκωσε τους Μυκονιάτες, ήταν κόρη του εγκατεστημένου στην Τεργέστη Έλληνα μεγαλέμπορου Νικόλαου Μαυρογένους. Γεννήθηκε το 1796 και μεγάλωσε στο άνετο αστικό περιβάλλον του πατρικού σπιτιού, που την εξόπλισε με ξεχωριστή μόρφωση και την επηρέασε με τις ιδέες του διαφωτισμού. Η μόρφωσή της, ο εκρηκτικός χαρακτήρας της και η φλόγα για την ελευθερία της Ελλάδας την ανέδειξαν σε μια ξεχωριστή μορφή της Επανάστασης.

Λίγο πριν την επανάσταση εγκαταστάθηκε στην Πάρο με τον πατέρα της. Με την έναρξη της Επανάστασης ήρθε στη Μύκονο και ξεσήκωσε τους ντόπιους. Με τα καράβια που εξόπλισε συμμετείχε στο ναυτικό αγώνα και τις συγκρούσεις με τον τουρκικό στόλο, αλλά ξεκαθάρισε και την ευρύτερη περιοχή από τους πειρατές. Συντήρησε με δικά της έξοδα εκτός από τα πλοία με τα πληρώματα και σώμα πεζικού. Πήρε μέρος στις μάχες του Πηλίου, της Φθιώτιδας και της Λειβαδιάς.

Γνωρίζοντας τη γαλλική γλώσσα ήταν η συντάκτρια της συγκινητικής έκκλησης προς τις γυναίκες της Γαλλίας, ζητώντας τη συμπαράστασή τους στον αγώνα και τα δεινά των Ελλήνων.

Τιμήθηκε με το βαθμό του αντιστρατήγου από τον Καποδίστρια και της παραχωρήθηκε σπίτι στο Ναύπλιο.

Στην απελευθερωμένη Ελλάδα, οι πολιτικές ίντριγκες του Κωλλέτη έχουν σαν στόχο και τη Μαντώ. Αποσύρθηκε απογοητευμένη στην Πάρο το 1840, όπου πέθανε το 1848, φτωχή και λησμονημένη, έχοντας διαθέσει όλη της την περιουσία στον αγώνα της Ελλάδας για απελευθέρωση.

Η Μαντώ Μαυρογένους δεν έγραψε μόνο ιστορία. Με την αποφασιστικότητά της να δίνει τα πάντα, τη στιγμή που άλλοι έμεναν στη σκιά, έμεινε για πάντα χαραγμένη ως μια ηρωίδα που δεν λύγισε ούτε μπροστά στον θάνατο, ούτε μπροστά στην προδοσία. Μια ακαταμάχητη γυναίκα που έδειξε ότι το μεγαλείο της ψυχής δεν περιορίζεται από τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής, αλλά αναδεικνύεται μέσα από τη δράση και τη θυσία.

Ωστόσο όμως είναι απορίας άξιον, πως την ίδια ώρα που η Μαντώ γίνεται πρότυπο θυσίας και ηρωισμού σε όλη την Ευρώπη, στην Ελλάδα στο εσωτερικό, η τεράστια πατριωτική συμβολή της, περνά απαρατήρητη απο τους «ιστορικούς» της εποχής, που μάλλον αποτυπώνουν τα ιστορικά γεγονότα με βάση τις οικονομικές ωφέλειες, που έχουν απο τους οπλαρχηγούς για να εξυπηρετήσουν τις πολιτικές τους σκοπιμότητες, παρά με κριτήριο την αντικειμενική πραγματικότητα και την αληθινή προσφορά των αγωνιστών στο ΄21!!

Για την μεγάλη αυτή αδικία, αλλά και στρέβλωση συνάμα της ιστορικής μας πραγματικότητας, ο φιλέλληνας Jules  το 1890 θα γράψει «Είναι απορίας άξιον πως τέτοια γυναίκα ελησμονήθη εντελώς, απο όλους τους έλληνες ιστορικούς». Το 1825 ωστόσο έχει κυκλοφορήσει στα γαλλικά το βιβλίο του φιλέλληνα T. Ginouvier υπο τον τίτλο «Mavrogenie ou L heroine de la Grece» (Μαυρογένους, μια ηρωΐδα της Ελλάδος», όπου με παραστατική ενάργεια ο Γάλλος ιστορικός περιγράφει ακριβοδίκαια, τον πολύτροπο βίο της μεγάλης Ελληνίδας, όπως τον διαισθάνθηκαν και με ηθική ένταση τον αποτύπωσαν, οι ρομαντικοί φιλέλληνες συγγραφείς της εποχής. Η έκδοση αυτή γρήγορα θα εξαντληθεί και σύντομα θα επανεκδοθεί το 1826 στο Παρίσι, καθιστώντας το όνομα της Μαντούς ηθικά περίλαμπρο, σε όλους τους κύκλους της πολιτισμένης Ευρώπης.

Θα ακολουθήσει και μια ακόμα έκδοση του βιβλίου, που αναδεικνύει την δίψα των ευρωπαίων για να γνωρίσουν την μεγάλη Ελληνίδα το 1830.

Απο την αυτοθυσία και την ανιδιοτέλεια για την πατρίδα της μεγάλης Ελληνίδας, θα εμπνευστεί και ο μεγάλος ζωγράφος Adam Friedel και θα φτιάξει το πορτραίτο της, που την κάνει γνωστή σε όλη την Ευρώπη, περιλαμβανόμενο στα πορτραίτα των 24 προσωπογραφιών των επισημοτέρων αρχηγών της ελληνικής επανάστασης.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας, πρώτος κυβερνήτης της νεοσυσταθείσας Ελλάδας, αναγνωρίζοντας τα ανδραγαθήματά της και τις θυσίες της προς το έθνος, της απένειμε, τιμή μοναδική σε γυναίκα, το αξίωμα του επίτιμου αντιστράτηγου, παραχωρώντας της και μια μικρή σύνταξη. Θρυλείται, ότι η ίδια δώρισε στον Καποδίστρια ένα σπαθί, κειμήλιο από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου με την επιγραφή «Δίκασον Κύριε τους αδικούντας με, τους πολεμούντας με, βασίλευε των Βασιλευόντων».

Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια (1831) τα προβλήματα επιβίωσης οξύνθηκαν για την ηρωίδα ενώ επιδεινώθηκαν οι σχέσεις με την οικογένειά της που την κατηγόρησε ότι κατασπατάλησε τη μεγάλη οικογενειακή περιουσία. Αναγκάζεται τότε να απευθύνει επιστολή προς τον βασιλιά Όθωνα και να του διεκτραγωδήσει την κατάστασή της. Δεν έλαβε ποτέ απάντηση.

Γεύτηκε σε όλο της το «μεγαλείο» την αγνωμοσύνη της πατρίδας, καθώς όταν αιτήθηκε σύνταξη απόμαχης αγωνίστριας μπροστά σε έναν κρατικό υπάλληλο, εκείνος τη ρώτησε: «Και τι κάνατε εσείς για την πατρίδα;» Και η περήφανη μέχρι τέλους Μαντώ, απάντησε: «Τίποτα…»