Μύκονος: Πώς θα νιώθατε αν η Φον ντερ Λάιεν μιλούσε για ανάγκη «dehellenization» του ευρωπαϊκού τουρισμού;
Πώς θα αντιδρούσε η ελληνική κοινωνία αν άκουγε την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να μιλά για την ανάγκη «dehellenization» του ευρωπαϊκού τουρισμού; Πώς θα αισθάνονταν οι Έλληνες αν η Πρόεδρος της Κομισιόν επέλεγε να δημιουργήσει στα αγγλικά έναν τέτοιο όρο για να υποδηλώσει ότι η Ελλάδα αποτελεί πρόβλημα για το ευρωπαϊκό τουριστικό προϊόν;

Υπάρχουν στιγμές στην πολιτική που μια φράση δεν περνάει απλώς απαρατήρητη, αλλά λειτουργεί σαν προβολέας που φωτίζει μια ολόκληρη αντίληψη. Η αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη στον όρο «demyconofication» δεν ήταν μια αθώα γλωσσική παραδρομή. Ήταν μια δημόσια τοποθέτηση με σαφές πολιτικό βάρος, ακόμη κι αν ο ίδιος δεν αντιλήφθηκε πόσο βαριά ακούστηκε για τους ανθρώπους που ζουν και εργάζονται στη Μύκονο. Γιατί όταν ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας χαρακτηρίζει ουσιαστικά το κορυφαίο τουριστικό brand της χώρας ως προβληματικό (ή έστω ως... υπερφορτωμένο), το ζήτημα ξεπερνά κατά πολύ τις επικοινωνιακές εντυπώσεις.
Πώς θα αντιδρούσε η ελληνική κοινωνία αν άκουγε την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να μιλά για την ανάγκη «dehellenization» του ευρωπαϊκού τουρισμού; Πώς θα αισθάνονταν οι Έλληνες αν η Πρόεδρος της Κομισιόν επέλεγε να δημιουργήσει στα αγγλικά έναν τέτοιο όρο για να υποδηλώσει ότι η Ελλάδα αποτελεί πρόβλημα για το ευρωπαϊκό τουριστικό προϊόν;
Ας το θέσουμε αλλιώς. Πώς θα αντιδρούσε η ελληνική κοινωνία αν άκουγε την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να μιλά για την ανάγκη «dehellenization» του ευρωπαϊκού τουρισμού; Πώς θα αισθάνονταν οι Έλληνες αν η Πρόεδρος της Κομισιόν επέλεγε να δημιουργήσει στα αγγλικά έναν τέτοιο όρο για να υποδηλώσει ότι η Ελλάδα αποτελεί πρόβλημα για το ευρωπαϊκό τουριστικό προϊόν; Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς την πολιτική θύελλα που θα ακολουθούσε. Θα γίνονταν συζητήσεις περί απαξίωσης μιας χώρας μέλους, θα ζητούνταν εξηγήσεις, θα γίνονταν αναφορές σε ευρωπαϊκό ατόπημα. Με άλλα λόγια, θα υπήρχε καθολική αντίδραση. Και προφανώς, δικαίως...
Ακριβώς αυτή είναι η ψυχολογία που δημιουργήθηκε στους Μυκονιάτες. Ο άνθρωπος που εκπροσωπεί τη χώρα στο εξωτερικό, ο άνθρωπος που διαμορφώνει την εικόνα της Ελλάδας με κάθε δημόσια λέξη του, χρησιμοποίησε έναν όρο για τον οποίο οι αντίπαλοι του ελληνικού τουρισμού θα έδιναν χρήματα για να τον ακούσουν. Και μάλιστα σε μια γλώσσα όπου κάθε τέτοια φράση γίνεται εύκολα «quote» στα διεθνή μέσα. Η Μύκονος δεν είναι ένας συνηθισμένος προορισμός. Είναι το πιο αναγνωρίσιμο ελληνικό brand στον παγκόσμιο χάρτη της τουριστικής βιομηχανίας. Όταν λοιπόν ο Πρωθυπουργός δημιουργεί έναν όρο που υποδηλώνει ότι αυτό το brand είναι παρωχημένο, το μήνυμα που περνά δεν είναι απλώς ατυχές. Είναι αυτοϋπονόμευση.
Και εδώ έρχεται το δεύτερο, πιο κρίσιμο ζήτημα. Την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκστόμιζε τον όρο «demyconofication», σε προορισμούς της Τουρκίας κάποιοι πιθανότατα χαμογελούσαν με ανακούφιση. Γιατί βλέπουν τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας να προσφέρει, με τρόπο σχεδόν αβίαστο, ένα επικοινωνιακό όπλο που οι ίδιοι δεν θα τολμούσαν να χρησιμοποιήσουν. Στον σκληρό ανταγωνισμό του τουρισμού, οι λεπτομέρειες έχουν αξία. Και εδώ δεν μιλάμε καν για λεπτομέρεια, αλλά για τον ηγέτη μιας χώρας που εμφανίζεται να αμφισβητεί δημόσια τη ναυαρχίδα της τουριστικής της βιομηχανίας.
Είναι αδύνατον να μη σκεφτεί κανείς ότι όλη αυτή η τοποθέτηση εκτοξεύτηκε χωρίς να προηγηθεί η απαραίτητη σκέψη για τις διεθνείς της συνέπειες. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί ο Πρωθυπουργός δεν είναι ρητορικά παιχνίδια. Μπορούν να γίνουν τίτλοι σε διεθνή μέσα, μπορούν να επηρεάσουν αντιλήψεις, μπορούν να δώσουν αφορμή σε ανταγωνιστές να χτίσουν αφήγημα. Και φυσικά μπορούν να προσβάλλουν ανθρώπους που στηρίζουν την ελληνική οικονομία με τρόπο που καμία άλλη περιοχή της χώρας δεν το κάνει στον ίδιο βαθμό.
Η Μύκονος δεν χρειάζεται κανένα προστατευτικό δίχτυ από την κυβέρνηση. Αυτό που χρειάζεται είναι απλώς σοβαρότητα. Χρειάζεται έναν εθνικό λόγο που δεν στέκεται απέναντι στη μεγαλύτερη τουριστική επιτυχία της χώρας, αλλά χτίζει πάνω της. Χρειάζεται ηγεσία που να κατανοεί ότι ο τουρισμός δεν είναι μόνο αριθμοί και γραφήματα, αλλά και σύμβολα, εικόνες, λέξεις. Και ότι ένα από αυτά τα σύμβολα δεν γίνεται να το υπονομεύεις επειδή έτυχε να ταιριάζει στη ροή της συνέντευξης. Κι αυτό είναι η πιο αθώα εκδοχή...
Η Ελλάδα οφείλει να στηρίζει τα ισχυρά της brand, όχι να τα αντιμετωπίζει ως εμπόδιο. Κι εμείς φτάσαμε στο σημείο όπου οι ανταγωνιστές μας δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτα. Εκτός από το να περιμένουν τις δικές μας γλωσσικές επινοήσεις. Πώς να λέγεται η... αποσοβαροποίηση στα αγγλικά;